Η ακράτεια των ούρων ορίζεται ως μια κατάσταση ακούσιας απώλειας ούρων που αναγνωρίζεται με αντικειμενική κλινική εξέταση και που δημιουργεί υγειονομικό ή και κοινωνικό πρόβλημα στους ασθενείς. Διακρίνεται σε δυο κυρίαρχες κατηγορίες ανάλογα με πρωταρχικό βασικό αίτιο εμφάνισης της. Η πρώτη κατηγορία περιλαμβάνει παθήσεις του κεντρικού και περιφερικού νευρικού συστήματος (π.χ.σκλήρυνση κατά πλάκας, μυελοδυσπλασία κ.α.), ενώ η δεύτερη περιλαμβάνει παθήσεις μη νευρογενούς αιτιολογίας και εμφανίζεται π.χ. σε πολύτοκες γυναίκες ,σε παχύσαρκες γυναίκες ή μετά από ορμονικές διαταραχές/δυσλειτουργίες. Η ακράτεια ούρων από προσπάθεια (stress incontinence) είναι η πιο συχνή μορφή, στην οποία παρατηρείται διαφυγή ούρων όταν ασκείται πίεση στην ουροδόχο κύστη (π.χ. όταν το άτομο βήχα δυνατά, φταρνίζεται, γελάει, γυμνάζεται ή σηκώνει ένα βαρύ αντικείμενο).
Η φυσικοθεραπεία στην ακράτεια από προσπάθεια αποτελεί μια ουσιαστική και ευρέως διαδεδομένη μέθοδο συντηρητικής προσέγγισης, ιδιαίτερα για μετρίου ή μικρού βαθμού απώλεια ούρων. Πρόκειται για μια συνήθη κατάσταση του κατώτερου ουροποιητικού συστήματος που επηρεάζει όλες τις ομάδες ηλικιών των γυναικών. Αποτελεί σύμπτωμα και όχι νόσο, όπου σε ορισμένες περιπτώσεις έχει παροδικό χαρακτήρα, ενώ σε αρκετές άλλες εμφανίζει χρονιότητα.
Η φυσικοθεραπευτική αξιολόγηση αποτελεί το πρώτο στάδιο ώστε να προσδιοριστούν ορισμένα χαρακτηριστικά που αφορούν στο πρόβλημα της ακράτειας ούρων κάθε ασθενούς. Η φυσικοθεραπευτική αξιολόγηση χωρίζεται στην εκτίμηση των υποκειμενικών συμπτωμάτων (π.χ. ιστορικό ασθενούς) και στην αξιολόγηση των αντικειμενικών συμπτωμάτων (κλινική εξέταση, νευρολογική εξέταση, κολπική εξέταση, εξέταση της δύναμης των πυελικών μυών, καθώς και κάποιες ειδικές δοκιμασίες ), προκειμένου να εκτιμηθούν συνολικά όλες οι πληροφορίες που αφορούν στην οργάνωση της περαιτέρω θεραπευτικής προσέγγισης.
Ανάλογα με την σοβαρότητα της ακράτειας ούρων από προσπάθεια υπάρχουν πολλές μέθοδοι θεραπείας που εφαρμόζονται ευρέως και έχουν αποδειχθεί για την αποτελεσματικότητα τους. Η ενδυνάμωση των μυών του πυελικού τοιχώματος αποτελεί την κύρια μέθοδο θεραπείας, με σκοπό την αναστολή των ακούσιων συσπάσεων του εξωστήρα μυ της κύστης (ενεργοποίηση συγκεκριμένων πυελικών αντανακλαστικών). Η επανεκπαίδευση της ουροδόχου κύστης χρησιμοποιείται με βασικό στόχο την μείωση των συμπτωμάτων συχνοουρίας, την αύξηση της ποσότητας των ούρων σε τιμές όγκου που να πλησιάζουν την λειτουργική χωρητικότητα της κύστης, καθώς και την αποκατάσταση του εκούσιου ελέγχου της ούρησης.
Ο ηλεκτρικός ερεθισμός εφαρμόζεται με στόχο την αύξηση της δύναμης των πυελικών μυών και τη γρηγορότερη επιστράτευση των ινών ταχείας συστολής. Τέλος, η βιολογική επανατροφοδότηση (biofeedback) αποτελεί άλλο ένα μέσο θεραπευτικής προσέγγισης που εφαρμόζεται σε όλες τις μορφές ακράτειας. Ο ρόλος της έγκειται στην επανεκπαίδευση των πυελικών μυών για την επιλεκτική σύσπαση τους.
Πηγή: Θέματα φυσικοθεραπείας- Τόμος Γ’- Τεύχος 2- Ιούνιος 2004